Το παραμύθι μιας αγάπης!!!

ECHO

vicky 1

VICKY DIRILIS

animated step by step footprints animated step by step footprints animated step by step footprints animated step by step footprints

💙💜❤🤍💛💚🤎🖤💙💜❤🤍💛💚🤎🖤💙💜❤🤍💛💚🤎🖤💙💜❤🤍💛💚🤎🖤💙💜❤🤍💛💚🤎🖤💙🤎💙

Preview

🍁💮🌻🌼🌷🌺✿❋🌺🌷 VICKY"SRADIO FROM NY U.S.A 🌼💮✿❋🌺🌷🌼🌻💮🍁

🍁💮🌻🌼🌷🌺✿❋🌺🌷 VICKY"SRADIO FROM NY U.S.A 🌼💮✿❋🌺🌷🌼🌻💮🍁
Εδώ μπορείτε να ακούσετε τα ομορφότερα τραγούδια 24/7 🦋💐 χτυπάτε την φωτο και θα ανοίξει η σελίδα με το ράδιο μας🌺!

🌻🍁🌺🌷🌼💮✿❋🌺VICKY"S RADIO 🌷🌼💮✿🌺🌷🌼🌻🍁


ΕΛΛΗΝΕΣ

🌻🍁🌺🌷🌼💮✿❋🌺🌷🌼💮✿🌺🌷🌼🌻🍁

Photoshoppng Frames Wallpapers Designs Small Flower - Html@pngkey.com

Tuesday, February 21, 2012

Λήσταρχοι ...

Ο Λήσταρχος Γιαγκούλας.
 Καταγραφή διηγήσεων απο τη Judith König κατα τη διάρκεια της Δουλειάς της στη Διεθνή Υπηρεσία Πολιτών 
«Εδώ είναι!» λέει ο Γιώργος ο οποίος αφού πήρε με δόσεις τη μικρή φωτογραφική μηχανή, κάνει σαν επαγγελματίας φωτογράφος και κρατάει μπροστά στο Μήτσο, το χοντρό αστυνόμο, μια φωτογραφία.Αρχίζει να με τρώει κι εμένα η περιέργεια και πλησιάζω να ρίξω μια ματιά στη φωτογραφία. Στη φωτογραφία είναι ένας νεαρός άνδρας με στολή των Ευζώνων. Στα πόδια του φοράει τσαρούχια με μαύρες φούντες, ακόμη μόνο τα μαλλιά και το μουστάκι του είναι μαύρο ενώ όλα τ' άλλα άσπρα: η κοντή άσπρη φουστανέλα η άσπρη μπλούζα που στη μέση έχει μια φαρδιά κεντημένη ζώνη. Στο δεξί του χέρι κρατάει ένα ντουφέκι και από το ύφος και τα χαρακτηριστικά του προσώπου του καταλα­βαίνει κανείς ότι ξέρει μ' αυτό και να σημαδεύει. «Εδώ μέσα είχε τα χρήματα», εξηγούσε ο Γιώργος τώρα και έδειχνε τις κορδέλες που φορούσε κάτω από τα γόνατα.«Δύο δραχμές» εξηγούσε στο Μήτσο, «αν θέλεις να αγοράσεις μια φωτογραφία του Γιαγκούλα».«Ποιος είναι ο Γιαγκούλας;» ρώτησα εγώ που από περιέργια είχα πλησιάσει αρκετά.«Δεν άκουσες ποτέ γι' αυτόν το ληστή;» με ρώτησε ο Μήτσος και με κοίταζε κάπως περίλυπα κάτω από το πηλίκιό του.Όχι, ζει ακόμη;» «Το κεφάλι του βρίσκεται στο Μουσείο στην Αθήνα».Ο Μήτσος δίνει δύο δραχμές στο Γιώργο και παίρνει τη φωτογραφία.«Πού βρήκες τη φωτογραφία;» ρωτάω το φωτογράφο. «Την τράβηξα από μια παλιά φωτογραφία που έχει ο αδερφό; του Γιαγκούλα. Ζει στο Πολΰραχο, θα αγοράσεις μία;»Μερικές μέρες αργότερα, καθόμαστε με την Αγγελική στο κε'ντρο στο Πολύραχο. Τα νοικιασμένα μας άλογα τα δέσαμε στην αυλή και πήγαμε να καθήσουμε στο καφενείο. Έκανε κρύο και μαζευτήκαμε όλοι γύρω από τη σόμπα. Πίνοντας τούρκικον καφέ, ακούγαμε το γέρο να μας διηγείται. Ο Κωνσταντίνος, ο αδελφός του Γιαγκούλα μας αφηγούνταν από τη ζωή του αδελφού του, του Φώτη. Με την πρώτη ματιά ο ψηλός ασπρομάλλης γέρος μέσα στη σκούρα υφαντή φορεσιά του δεν είχε κα­μιά ομοιότητα με το νεαρό ληστή της φωτογραφίας. Άν παρατηρούσε όμως κανείς το πρόσωπο του, θα έβρισκε σ' αυτό πολλά κοινά χαρακτηριστικά. Στο χέρι του κρα­τούσε ένα ξυλόγλυπτο μπαστούνι, που ήταν στολισμένο με ένα φίδι που κατασπαράζει ένα απροστάτευτο περι στέρι.«Νομίζω ότι ο αδελφός μου ο Φώτης, γεννήθηκε 1900. Εγώ ήμουν έξι χρόνια μεγαλύτερος και γεννήθηκα περίπου το 1894. Στην ηλικία των δεκαέξι χρόνων ξεκίνησε τη ζωή του ληστή.Ήταν κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου μια περίοδο που έκλεβαν συχνά πρόβατα, κι, γαϊδουριά και άλογα. Εάν πιανόταν οι κλέφτες έπρεπε να πληρώσουν μεγάλη ποινή. Πιο σκληρός ο νόμος όταν έκλεβαν άλογα. Μεγαλώσαμε στο Μεταξά στη γειτονιά μας όμως έμεναν μερικοί άνθρωποι που δε βλέπανε με καλό μάτι την οικογένεια μας.Όταν λοιπόν, χάθηκαν δυο άλογα από τη βοσκή, ορι­σμένοι απ' αυτούς κατηγόρησαν στο δικαστήριο τον α­δελφό μου ότι τα είχε κλέψει. Έτσι θέλανε να ντροπιά­σουν την οικογένεια μας.Ήξερα καλά το Φώτη και ήξερα ότι δεν το είχε κάνει αυτός. Παρ' όλα αυτά τον πιάσανε και τον οδήγησαν στη Λάρισα. Τέσσερις μήνες έμεινε εκεί στη φυλακή και τότε με ειδοποίησε η αστυνομία για 1.000 δραχμές μπορού­σα να τον βγάλω μέχρι να γίνει το δικαστήριο. Αμέσως πήγα με τα χρήματα και τον έβγαλα από τη φυλακή. Αλλά ο Φώτης δεν ήθελε να ξαναγυρίσει μαζί μου στο Μεταξά φοβόταν μήπως τον καταδικάσουν, ενώ ήταν α­θώος και έτσι άρχισε η περιπλάνηση του». «Πότε σκότωσε τον πρώτο άνθρωπο;» «Περίπου ένα χρόνο μετά τη φυγή του. Ζούσα τοπ στο Πολύραχο, γιατί το κορίτσι που είχα σ' αυτό το διάστημα παντρευτεί, είχε εκεί σπίτι.Στο ίδιο χωριό ζούσε ένας φίλος του Γιαγκούλα που αγαπούσε την κόρη ενός γείτονα μας. Και το κορίτσι τον ήθελε για άντρα της, αλλά δε μπορούσε να κάνει τίποτα αφού αρνιόταν να τη δώσει ο πατέρας της, ο οποίος, σε καμιά περίπτωση δεν θα ενέκρινε αυτό το γάμο. Ο Για·γκούλας λοιπόν, έλυσε ένα βράδυ για πάντα το πρόβλημα κόβοντας το κεφάλι του γέρου. Η αστυνομία σύντομα εξακρίβωσε το δράστη και αφού δεν μπορούσε να τον πιάσει, συλλάβανε εμένα και με πήγανε στις φυλακές στην Κοζάνη.Μετά από μερικούς μήνες έπρεπε να πάω με την συνοδεία ενός χωροφύλακα στο Πολύραχο, γιατί είχαν ανακαλύψει ότι ο Φώτης κρυβόταν εκεί σ' ένα σπίτι. Ο Πρόεδρος, ο παπάς, ο χωροφύλακας και ο Σούλιος ο αρχηγός της αστυνομίας στο Μεταξά με πήγανε στο μέρος όπου βρισκόταν ο Γιαγκούλας. Κατόρθωσαν να τον περικυκλώσουν και αφού ο αδερφός μου είδε ότι με είχαν πάει εμένα σαν όμηρο, παραιτήθηκε από τη σκέψη να χρησιμοποιήσει βία και παραδόθηκε γιατί δεν ήθελε να βάλει σε κίνδυνο τη ζωή μου. Αμέσως τον δέσανε και ο αρχηγός της αστυνομίας, ο Σούλιος, που μόνο εξαιτίας του πλούτου του βρισκόταν σ' αυτήν τη θέση είπε σαρκαστικά:«Βγείτε όλοι έξω να τον σκοτώσω!»«Τώρα που είναι δεμένος δεν αφήνω κανέναν να τον σκοτώσει», απάντησε ο χωροφύλακας και παρέμεινε. Ο Γιαγκούλας κοίταξε με μίσος τον Σούλιο στα μάτια και του είπε:«Σε είκοσι χρόνια που θα βγω από τη φυλακή, θα έρ­θω και θα σου κόψω το κεφάλι!»Τον πήγανε στις φυλακές στο νησί Αίγινα. Μετά όμως από δύο χρόνια θεώρησαν ότι οι φυλακές αυτές δεν ήταν πολύ ασφαλείς για το Γιαγκούλα και κάτω από δυνατή αστυνομική ακολουθία τον πήγανε στη Θεσ/νίκη. Όταν λίγο πριν τη γέφυρα Μπαμπά κοντά στη Λάρισα το τρέ­νο ελάττωσε την ταχύτητα του, ο Γιαγκούλας πήδηξε από το τρένο μαζί με τις βαριές του αλυσίδες. Οι χωροφύλακες από την έκπληξη τους έμειναν να τον παρακολουθούν και να μην κάνουν τίποτε. Ο Φώτης λοιπόν, κουβά­λησε τις αλυσίδες του όλον τον μακρύ δρόμο μέχρι τα Σέρβια, όπου εκεί τις έκοψε ένας σιδεράς, τον οποίο αργότερα αντάμειψε πλούσια.Ο Κώστας ε'κανε ένα μικρό διάλειμμα για να πιει λίγο από τον καφέ του, όταν ξαφνικά καταλάβαμε ότι δεν είμασταν πλέον δύο άτομα που τον ακούγαμε. Είχαν μαζευτεί όλοι οι επισκέπτες του καφενείου γύρω μας για να ακούσουν τις ιστορίες του Γιαγκούλα.Δυστυχώς όμως, τώρα ο Κώστας θεώρησε ότι είχε έρθει η ώρα να μας πάει και στο σπίτι του και σηκωθήκαμε να φύγουμε.Στο σπίτι μας περίμενε η γυναίκα του, που προσπαθούσε εκείνη την ώρα να ανάψει τη σόμπα και έτσι μας δινόταν εμάς η ευκαιρία να παρατηρήσουμε το χοίρο γύρω μας.«Αυτή είναι η μικρότερη μου κόρη, στον πόλεμο την είχαν πάει στην Ουγγαρία, όπου ζει τώρα και είναι παντρεμένη με έναν Έλληνα. Ίσως την επισκεφθώ φέτος.Αυτή είναι η μεγαλύτερη μου κόρη, που ζει στα Σέρβια και εδώ και δεκαπέντε χρόνια είναι χήρα».Ο Κώστας λέγοντας αυτά, μας έδειχνε τις φωτογραφίες που κρέμονταν στον τοίχο.«Έχετε και εσείς μια φωτογραφία του Γιαγκούλα;», τον ρωτήσαμε.Η γυναίκα του, έσκυψε αμέσως κάτω από το κρεβάτι και έβγαλε μια κορνιζομένη φωτογραφία. Αναγνωρίσαμε τη φωτογραφία που είχαμε δει στο φωτογράφο και το είπαμε στον Κώστα.«Α ναι, ήρθε πριν από μερικές μέρες και με ρώτησε αν μπορούσα να τον βοηθήσω να βγάλει λίγα χρήματα. Εδώ είναι και οι φίλοι του Γιαγκούλα».Μας έδειξε μια καρτ-ποστάλ όπου κάθονταν τέσσερις άγριοι άνδρες με μακριά μαλλιά, μουστάκια και ντουφέ­κια. Ο Κώστας μας έδειξε τον έναν απ' αυτούς, ο οποίος μ' αυτά τα μαλλιά και τα γένια έμοιαζε σαν ερημίτης.«Αυτός είναι ο Θωμάς Καντάρας, ο οποίος το 1918 έ­σκαψε μια τρύπα στο κελί του στις φυλακές της Λάρισας και βγήκε στην τουαλέττα, απ' όπου και δραπέτευσε, έ­τσι βρέθηκε με το Γιαγκούλα.Αυτοί οι τέσσερις συνεργάστηκαν μόνο τρία χρόνια με τον αδελφό μου, μετά αποκεφαλίστηκαν». «Ο Γιαγκούλας ήταν παντρεμένος;». «Μετά τη απόδραση του από το τρένο πήγε μια μέρα στο Μεταξά να ζητήσει ένα κορίτσι, που το αγαπούσε πολύ καιρό, την Ευαγγελία. Αλλά ο πατέρας της δεν ήθελε να τη δώσει σε ληστή κι έτσι ο Γιαγκούλας αναγκάστηκε να την απαγάγει. Την πήγε στη σπηλιά του που βρίσκεται σε δρόμο για την Ελασσόνα. Νομίζω ότι ο μοίραρχος Καφάσσης, ο παλιός αστυνόμος στα Σέρβια, τους πάντρεψε εκεί επάνω. Ίσως να τον ξέρετε, μένει δί­πλα στην ταβέρνα του Παναγιωτίδη και πέρυσι έχασε το μοναδικό του γιο σε δυστύχημα».«Ο Γιαγκούλας και η γυναίκα του είχαν μόνο αυτή τη σπηλιά για κατοικία;».«Ναι. Από το λημέρι του μπορούσε να επιβλέπει το δρόμο για τη Λάρισα και εάν είχε διάθεση σταματούσε το αμάξι ενός πλούσιου ταξιδιώτη και του έπαιρνε ό,τι μπορούσε να του πάρει. Με τα χρήματα που έπαιρνε, βοηθούσε τους φτωχούς, προίκιζε φτωχά κορίτσια, βοη­θούσε μικρούς αγρότες στην αγορά ζώων και γης ή τα δώριζε στην εκκλησία.Δυστυχώς, δεν ξέρω πολλά γι' αυτή την εποχή.Μόλις δραπέτευσε από τη φυλακή, εμένα και την οικογένεια μου, μας στείλανε στην εξορία, για να μη μπορεί κανείς να τον βοηθήσει. Στη Σκόπελο ήμασταν τριάντα άτομα, οι υπόλοιποι εκατόν εβδομήντα των συγγε­νών μας ήταν σκορπισμένοι σε άλλα νησιά».«Τι έγινε αλήθεια, με τον αρχηγό της αστυνομίας, που είχε απειλήσει;».«Μετά τη φυγή του ο Γιαγκούλας κατέβαινε συχνά σε μικρά χωριά. Όταν μια μέρα πήγε στα Σέρβια συνάντη­σε τον Σούλιο, ο οποίος επέστρεφε στο σπίτι του στο Μεταξά. Ο Σούλιος στην αρχή δεν τον γνώρισε, γιατί είχε να τον δει τρία χρόνια».Η γριά είχε επιτέλους ανάψει τη σόμπα και παρουσιάστηκε μπροστά μας μ' ένα φορτωμένο δίσκο που ανήκει εξίσου στα ελληνικά έθιμα της επίσκεψης, όπως το «καλώς ορίσατε».Η Αγγελικά κι εγώ ήπιαμε στην υγεία του πεθαμένου ληστή και αρχίσαμε τα χίλια χρόνια που θα 'πρεπε να ζή­σουμε σύμφωνα με την ευχή της οικοδέσποινας μας, με ένα ποτηράκι γλυκό λικέρ. Μετά καταπιαστήκαμε μ' ένα ζαχαρωμένο σύκο, το γλυκό του κουταλιού που ξεγλι­στρούσε απ' το κουταλάκι, ήπιαμε μια γουλιά παγωμένο νερό και σκουπιστήκαμε με την ανάποδη του χεριού. Μόνο αφού ήπιε και ο Κώστας το τσίπουρο του, άρχι.οι να αφηγείται τη συνέχεια της σταματημένης ιστορίας.«Ο Γιαγκούλας λοιπόν, είδε και αναγνώρισε το μισητό αστυνόμο, τον χαιρέτησε και την επόμενη στιγμή τον αποκεφάλισε. Μετά έβαλε το κεφάλι του στη μέση δρόμου και τοποθέτησε ένα σημείωμα επάνω στα μαλιά του, σ' αυτό εξηγούσε γιατί μίκραινε τη ζωή και το σοιμιΐ του Σούλιου. Το σημείωμα αυτό πρέπει να υπάρχει ακόμη στο δικαστήριο. Μετά από αυτό, άρχισε η αστυνομία να τον κυνηγάει πιο επίμονα. Μια φορά ακόμη τον πιά­σανε, αλλά τους ξέφυγε γρήγορα πάλι».«Μα πώς ξέφυγε απ' τη φυλακή;».«Με χρήματα».«Εάν σου δώσει εσένα κάποιος 5.000 δραχμές τον φυλάς εσύ ακόμη;», συμπλήρωσε η γριά.Είχε πάρει θέση σε ένα χαμηλό σκαμνί κοντά στη σόμπα και παρακολουθούσε την αφήγηση. «Γύρισε πάλι πίσω στη σπηλιά του;». «Όχι, ήταν επικίνδυνα πια και εξαφανίστηκε για ένα χρόνο στην περιοχή γύρω από τα Γιάννενα.Πριν φύγει όμως από τα παλιά του λημέρια, πήγε στο Μεταξά και έδωσε στον παπά με την παρουσία του δημάρχου και τριών δημοτικών συμβούλων, 6.000 δραχμές για να χτίσουν με τα χρήματα αυτά μία εκκλησία και να της έδιναν το όνομα του».«Είναι η μικρή εκκλησία που υπάρχει τώρα;».«Όταν ο Γιαγκούλας επέστρεψε μετά από ένα χρόνο δεν είχε γίνει τίποτα. Ανακάλυψε γρήγορα τι είχε γίνει η δωρεά του. Οι πέντε κύριοι είχαν μοιραστεί τα χρήματα και τα είχαν καταχραστεί. Και τώρα πάλι πήρε ο καθένας απ' τους πέντε το μερτικό του. Σε μια νύχτα τους αποκεφάλισε ο Γιαγκούλας και τους πέντε». «Είχε δίκιο!», επεμβαίνει η γριά. «Επειδή πάλι δε μπόρεσαν να τον πιάσουν, έπιασαν τη γυναίκα του και την πήγαν στην Κοζάνη στη φυλακή. Περίμενε τότε παιδί». «Ζει ακόμη το παιδί;».«Ήταν αγόρι, αλλά μετά τη γέννηση του πέθανε. Λένε ότι το δηλητηρίασαν στο νοσοκομείο για να μη ζει ο κακός σπόρος του πατέρα του, με'σα απ' αυτόν. Ποιος ξέρει ποια είναι η αλήθεια».«Η Ευαγγελία ζει ακόμη;».«Πέθανε τον περασμένο χρόνο από καρκίνο. Μετά το θάνατο του Γιαγκούλα παντρεύτηκε ένα χωροφύλακα».«Ο Γιαγκούλας τότε δε θέλησε να απελευθερώσει τη γυναίκα του από τη φυλακή;».«Πώς, βέβαια. Εμένα μετά από τη φυγή του στην Ήπειρο με είχαν φέρει πίσω και ζούσα στο Πολύραχο. Μια μέρα, αφού είχαν φέρει τη γυναίκα του στην Κοζά­νη, με κάλεσε ο Γιαγκούλας στο Μεταξά. Εκεί με παρακάλεσε να πάω σε ένα γνωστό σπίτι το επόμενο βράδυ μαζί με έναν χωροφύλακα για να διαπραγματευτεί μαζί του. Έτσι πήγα κι εγώ μαζί με τον αρχηγό της αστυνομίας της Κοζάνης το επόμενο βράδυ. Εκεί φάγαμε και ήπιαμε όλοι μαζί και ο Γιαγκούλας μας έδωσε και χρήμα­τα. Ο αδελφός μου είχε κουραστεί από τη ζωή του ληστή και ήθελε να σώσει τη γυναίκα του, έτσι, παρακάλεσε τον αστυνόμο να μιλήσει στον υπουργό για χάρη του για να του δινόταν χάρη. Υποσχέθηκε να πάει και είκοσι χρόνια φυλακή. Δυστυχώς όμως, δεν έγινε τίποτα, συνέχισαν να κυνηγάνε το Γιαγκούλα και το ποσό για το θά­νατο του είχε ανεβεί στις 600.000 δραχμές.Τώρα, του ήταν πλέον αδύνατο να μείνει σ' αυτή την περιοχή και κρυβόταν στον Όλυμπο μαζί με τους συντρόφους του Μπαμπάνη και Τσαμνίτα. Από εκεί συνέχισαν τις ληστείες τους».«Πόσο έμεινε εκεί;».«Έως το 1925. Μια μέρα είχε απαγάγει από δυο οι­κογένειες δύο αγοράκια και ζητούσε λύτρα από τους γονείς. Όμως αντί να δώσουν τα χρήματα οι πατεράδες έφεραν πενήντα χωροφύλακες.Μετά από μια σύντομη μάχη κατόρθωσαν να τους εξουδετερώσουν και τους τρεις. Εκεί σε εκείνο ακριβώς το σημείο τους πήραν και τα κεφάλια. Στα Σέρβια ζούνε ακόμη ορισμένοι άνθρωποι που είχαν δει το κεφάλι του Γιαγκούλα. Το οποίο το είχαν τοποθετήσει επάνω σε ένα κοντάρι μπροστά στο κτίριο του δικαστηρίου για να φοβίσουν έτσι τον κόσμο».«Πολλοί τον κλάψανε όταν πέθανε», λέει η γιαγιά.«Έκανε τόσα καλά. Πόσα κορίτσια προίκισε για να μπορέσουν να παντρευτούν».Ο Κώστας συμφώνησε με τη γυναίκα του.«Ήταν καλός άνθρωπος. Εξάλλου έπαιρνε μόνο από εκεί που περίσσευαν».Αυτός ήταν λοιπόν, ο Γιαγκούλας. Θα θέλαμε να α­κούγαμε και άλλα, αλλά ο Κώστας έβαλε τέλος στη συζή­τηση.«Λυπάμαι, αλλά δε μπορώ να σας πω περισσότερα. Όχι, γιατί δε θέλω, αλλά γιατί δεν ξέρω. Ενώ είμαι ο αδελφός του δεν ξέρω ούτε ένα τέταρτο από τη ζωή του α­δελφού μου. Πολλά μου διέφυγαν γιατί έλειπα και πολύ καιρό στην εξορία. Εάν θέλετε να μάθετε περισσότερα, τότε ρωτήστε το Ματάνα και το Μοίραρχο στα Σέρβια. Ήταν από τους καλύτερους του φίλους».Σταθήκαμε και σφίξαμε το χέρι της γριάς γυναίκας και του Κωνσταντίνου Γιαγκούλα, ο οποίος μας συνόδεψε μέχρι το καφενείο για να πάρουμε τα άλογα μας και να ξεκινήσουμε για το γυρισμό. Τον ευχαριστήσαμε και φύγαμε.«Να μας επισκεφθείτε στην παράγκα μας!», του φωνάξαμε.«Κρίμα, που δεν ζει πια!», αναστέναξε η Αγγελική.«Σίγουρα θα τον είχαμε επισκεφθεί», απάντησα εγώ, «ξέρεις ότι προίκιζε τα φτωχά κορίτσια;». Και γελάσαμε.

Η χαρα και η θλιψη...


Τότε είπε μια γυναίκα,
Μίλησέ μας για τη Θλίψη και τη Χαρά.
Κι αυτός απάντησε:
Είν' αμασκάρευτη θλίψη η χαρά σας.
Κι από την ίδια πηγή που ξεπηδά το γέλιο, συχνά αναβλύζουνε δάκρυα.
Και πώς αλλιώς θα μπορούσε να ήταν;'Οσο βαθύτερα σκέπει το είναι σας η θλίψη,
τόσο περισσότερη χαρά θα χρειαστεί να πληρωθεί.
Μήπως το κύπελλο που το γεμίζετε κρασί,
δεν είν' το ίδιο κύπελλο που κάηκε και χτυπήθηκε πάνω στ' αμμόνι;
Μήπως η φλογέρα που απαλύνει το πνεύμα σας,
 δεν είν' το ίδιο ξύλο που τρυπήθηκε απ' το σίδερο;
Όταν χαρούμενοι γελάτε, ψάξτε μέσα σας βαθειά
και θα γνωρίσετε πως είν' οι ίδιες σας οι θλίψεις που σας δίνουνε το γέλιο.
Κι όταν είστε θλιμμένοι, κοιτάχτε πάλι την καρδιά σας,
και θα δείτε πως κλαίτε στ' αλήθεια γι' αυτό που κάποτε σας έδινε χαρά.
Πολλοί από σας, λένε πως η χαρά την ξεπερνά τη θλίψη,
 κι άλλοι από σας πως η θλίψη είναι μεγαλύτερη.
'Ομως εγώ σας λέω πως και τα δυο είν' ένα.
Μαζί πορεύονται, κι όταν το ένα απ' τα δυο σάς τραγουδά,
 θυμηθείτε πως το άλλο μέσα σας κλαίει.
Ζείτε ανάμεσα στη χαρά και στη θλίψη.
Μόνο σαν είστε άδειοι δε ζείτε πουθενά.
'Οταν υψωθείτε ως τον κριτή, και μετρηθούν οι θησαυροί της θλίψης σας και της χαράς σας,
 είναι ανάγκη να βρείτε μέτρο σ' αυτό που σπαταλήθηκε και σ' εκείνο που αφήσατε ανέγγιχτο

Χαλιλ Γκιμπραν

🍀 LIKE 🍀

MATTER IS MADE OF WAVES

Material Universe is solely made out of Waves in Aether Matter is made of waves. Nothing else exists but the aether. Yes, I realize that this may sound quite weird. However I know a lot about optics, waves and physics and this is why I strongly affirm the wave nature of matter. For example, one should answer this simple question: how does a photon work, from a mechanical point of view? Surely, nobody ever proposed an acceptable explanation. The point is that, as long as this question remains unanswered, nobody is entitled to believe that photons really exist. Up to now, it was just a convenient word hiding one’s ignorance. Additionally, there is absolutely no evidence of photons inside radio waves. There is no evidence of electric and magnetic fields inside them either because they may simply induce such fields inside matter as well without any need for carrying them all the way. Finally, the true nature of light, radio waves, electric and magnetic fields, gravity, energy, fields of force, electrons and matter itself is still totally unknown. Despite our immense knowledge, we are still standing in front of the Unknown. The goal is to find the truth. So our first step should be to propose hypotheses and examine them. Actually, this web site does explain all from a mechanical point of view. Nobody else ever proposed so many acceptable hypotheses. There are many revolutionary assumptions throughout these pages. If you are unable to propose some of your own, do not reject my ideas simply because they sound ridiculous. You should examine them first. And if you disagree with them, you need an acceptable reason. Ray Tomes – Matter is made of spherical standing waves. A standing wave is a wave that may be thought of as two waves traveling in opposite directions. For a particle, this means an incoming wave converging on the centre and an outgoing wave coming out of the centre, which is just the incoming wave after it travels through the centre. Seeing matter as real waves rather than just probabilities is consistent with the thinking of Schroedinger and de Broglie who established the important formula for the behaviour of particle waves. My own studies are consistent with Milo Wolff, Yuri Ivanov and Gabriel La Freniere and lead to the formulae of relativity and quantum mechanics in a realistic way without any hocus pocus. Geof Hazelhurst and Karen Howie have developed a substantial web site on this.

my twitter background!

LOVE

Popular Posts

LOOK HERE

LOOK HERE
HERE IT IS

WOMAN'S HEAR!

Ηφαιστειακή σιωπή...

Ηφαιστειακή σιωπή...
Απόψε πάλι η σκόνη της απραξίας θάμπωσε το σκοτάδι μου... ...Χαθήκαν οι άκρες στους δρόμους της ψυχής χαθήκαν οι αντοχές στους λυρικούς ύμνους της αναζήτησης μιας ακόμα νότας, για να ολοκληρωθεί η τελειότητα των αισθήσεων... Ο θυμός, έζεψε βιαστικά το χέρι της εκδίκησης και η συγχώρεση κάλπασε ξέφρενα ώσπου χάθηκε μέσα στους ίσκιους της σελήνης. Σε ήθελα εδω, κοντά μου μέσα μου... Ήθελα να σε αφήσω να νιώσεις τους παλμούς της αγωνίας μου, κορφολογώντας τα κρυμμένα μυστικά της σάρκας.... Ήθελα να σε αιχμαλωτίσω, με τα αγγελοδάχτυλα της μελωδίας του πόθου, εκει σιμά στη θάλασσα των νυχτερινών στεναγμών μου, απαρηγόρητα ανοιχτή σε όλες σου τις προσταγές... Μα με πρόλαβε η απουσία... Σύναξε κάθε υπόλοιπο αστεριού, κάθε κόκκο ζάχαρης των φιλιών σου και μ'άφησε γυμνή, να αφουγκράζομαι την ηφαιστιακή σιωπή όλων των αγέννητων δευτερολέπτων, αποζητώντας αυτοκαταστροφικά το τέλος στην υγρή φωτιά...

This is you!

Ronin.gr - widget IP και λειτουργικού